ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ - ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Εργάζομαι κυρίως με παιδιά, εφήβους, νέα άτομα και τις οικογένειες τους ως κλινική ψυχολόγος.
Οι κλινικές υπηρεσίες που παρέχω είναι διαγνωστικἠ αξιολόγηση και συμβουλευτική ή θεραπευτική εργασία με το άτομο που απευθύνεται σε μένα, συχνότερα με τους ίδιους τους γονείς, άλλοτε και με το παιδί ή τον/την έφηβο, ή με όποιον άλλον κριθεί χρήσιμο, ανάλογα πάντα με τα αιτήματα, τις ανάγκες και τις δυνατότητες των ενδιαφερομένων και με σταθερή προϋπόθεση τη σύμφωνη γνώμη τους.
Τι οδηγεί συνήθως μια οικογένεια ή κάποιο άτομο στο γραφείο μου;
ζητήματα απλών ανησυχιών στην ανάπτυξη ενός παιδιού,
ζητήματα αγωνίας και φόβου για κάποιο σοβαρότερο πρόβλημα ή διαταραχή,
προβληματισμός των γονέων για τον τρόπο αντιμετώπισης δύσκολων συμπεριφορών των παιδιών,
δυσκολίες στην πορεία της οικογενειακής ζωής καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν,
σκέψεις ή απόφαση για χωρισμό στο γονεϊκό ζευγάρι,
δυσκολίες προσαρμογής που γίνονται φανερές όταν το παιδί συναλλάσσεται με άλλα παιδιά ή εντάσσεται στο σχολείο ή στον παιδικό σταθμό,
επισήμανση κάποιων προβλημάτων από άλλα άτομα που έρχονται σε επαφή με το παιδί (παιδαγωγοί παιδικών σταθμών, νηπιαγωγείων, σχολείων),
ειδικές δυσκολίες ή διαταραχές που γίνονται αντιληπτές ή έχουν επισημανθεί, διαγνωστεί από άλλους,
ψυχολογικές, συναισθηματικές, κοινωνικές δυσκολίες εφήβων που αναζητούν ή χρειάζονται κάποιον ψυχολόγο για να μιλήσουν μαζί του, καθώς και
πολλές άλλες αγωνίες που μπορεί να γίνουν κάποια στιγμή δυσβάσταχτες για όποιον τις αισθάνεται.
Στο γραφείο μου μπορεί να απευθυνθεί οποιοσδήποτε αισθανθεί την ανάγκη ή την επιθυμία σε κάποια στιγμή στη ζωή του να μοιραστεί τα θέματα που τον απασχολούν με κάποιον εξειδικευμένο σε θέματα ψυχικής υγείας. Ο σεβασμός μου τόσο στο άτομο που απευθύνεται σε μένα όσο και στους εξειδικευμένους σε διαφορετικούς τομείς συναδέλφους μου με βοηθούν κάθε φορά να κρίνω αν θα προτείνω τη συνέχιση της δουλειάς με μένα ή θα συστήσω τη συνεργασία με κάποια ψυχοκοινωνική υπηρεσία ή άλλο συνάδελφο.
Πότε χρειάζεται να απευθυνθεί κανείς σε ψυχολόγο;
Βασικό κανόνα-οδηγό για το πότε χρειάζεται να απευθυνθεί κανείς σε ψυχολόγο αποτελούν για μένα τόσο η αίσθηση του ίδιου του ατόμου (ή του γονέα στην περίπτωση που η ανησυχία αφορά το παιδί του) ότι αγχώνεται έντονα ήδη εδώ και καιρό με το θέμα ή τα ζητήματα που το απασχολούν όσο και η σκέψη ότι μπορεί τελικά να είναι χρήσιμο να μοιραστεί αυτές τις ανησυχίες του με κάποιον ειδικό στα θέματα αυτά, ειδικό που θα τον δεχτεί με σεβασμό, ειλικρίνεια και εχεμύθεια.
Πώς "πείθονται" όλοι οι εμπλεκόμενοι για να απευθυνθούν σε ψυχολόγο;
Δεν "πείθονται" πάντα όλοι την ίδια στιγμή να απευθυνθούν στον ψυχολόγο. Συνήθως βοηθάει αν στην οικογένεια αυτός που άγχεται περισσότερο πάρει κάποια πρωτοβουλία. Συχνά συμβαίνει και οι γονείς να μην συγχρονίζονται μεταξύ τους ως προς τα άγχη τους για τα παιδιά τους ή και να έχουν διαφορετικές εκτιμήσεις. Κάποιες φορές μπορεί αρχικά να απευθυνθεί μόνο ο ένας από τους δύο γονείς και στην πορεία να συνεργαστούν και οι δύο.
Οι γονείς αναρωτιούνται πώς να ενημερώσουν το παιδί τους για μια ενδεχόμενη επίσκεψη σε ψυχολόγο, πώς θα "πείσουν" τον έφηβο να έρθει.
Οι γονείς συχνά αγωνιούν για το "πώς θα το πάρει το παιδί" αν του προτείνουν να πάνε σε ψυχολόγο. Τις περισσότερες φορές τα παιδιά και οι έφηβοι που προετοιμάζονται με ειλικρίνεια και σαφήνεια από τους γονείς τους (κάτι που συζητάω με τους γονείς στην πρώτη επαφή μαζί τους) έρχονται πρόθυμα, ή έστω αμφίθυμα, στο πρώτο ραντεβού αλλά σπάνια φεύγουν δυσαρεστημένα!
Οι επισκέψεις γίνονται
μόνο με ραντεβού, ύστερα από τηλεφωνική επικοινωνία στο
2310 269742.
Σε έκτακτες περιστάσεις υπάρχει η δυνατότητα να γίνει συνεδρία μέσω skype.